- παλαιοχλωρίδα
- Κλάδος της παλαιοβοτανικής, που περιλαμβάνει τη μελέτη της χλωρίδας ορισμένης περιοχής κατά τη διάρκεια καθορισμένης χρονικής περιόδου στο παρελθόν. Η π. ασχολείται επίσης και με τον προσδιορισμό των ομοιοτήτων και των διαφορών των σύγχρονων χλωρίδων. Η μελέτη εξάλλου της κατανομής των απολιθωμένων φυτών στο φλοιό της Γης παρέχει αξιόπιστα δεδομένα για τη στρωματογραφία και για την παλαιογεωγραφική ανακατασκευή.
Dictionary of Greek. 2013.